- αιμολυτικός ορός
- Ορός αίματος ζώου που περιέχει σημαντικές ποσότητες αιμολυσινών, δραστικών εναντίον ερυθρών αιμοσφαιρίων συγκεκριμένου ζωικού είδους. Ο α.ο. που χρησιμοποιείται συνήθως είναι ο αντιπροβάτειος. Για να τον παρασκευάσουμε κάνουμε διαδοχικές ενδοφλέβιες ενέσεις ερυθρών αιμοσφαιρίων προβάτου σε κουνέλι. Μερικές μέρες μετά την τελευταία ένεση, αφαιμάσσουμε το κουνέλι, παίρνουμε τον ορό του και τον θερμαίνουμε στους 56°C για να αδρανοποιήσουμε το συμπλήρωμά του. Εάν χρησιμοποιήσουμε ερυθρά αιμοσφαίρια ανθρώπου, ο ορός ονομάζεται αντιανθρώπειος, βοδιού αντιβόειος κ.ο.κ. Οι α.ο. χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία αιμολυτικών συστημάτων (βλ. λ. αιμολυτικό σύστημα).
Dictionary of Greek. 2013.